19 Σεπ Hip-Hop καφενείο

Hip-Hop καφενείο στην κατάληψη Δερβενίων 56 για τα 6 χρόνια από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Τα έσοδα θα δοθούν στους συλληφθέντες της αντικατασταλτικής πορείας στις 14/9/19.

Hip-Hop cafe in squat Dervenion 56, Exarchia (19/9, 20:00-24:00) for the 6 years since the murder of antifascist Paulos Fissas. Incomes will be given to those who arrested on the demo against state repression on 14/9/19.

Να αποτρέψουμε την ανάθρευση του τέρατος

Μια πολιτική τοποθέτηση για τα όσα διαδραματίστηκαν στην Αραχώβης 44

 
Τα γεγονότα της εκκένωσης της κατάληψης στέγης μεταναστών Αραχώβης 44, αλλιώς Single Men, στα οποία γίναμε μάρτυρες είναι λίγο πολύ γνωστά. Μιας εκκένωσης προβληματικής και πολύ μακριά από τις δικές μας αξίες, τόσο λόγω των χαρακτηριστικών και των υποκειμένων που την πραγματοποίησαν/πλαισίωσαν όσο και των πολύ περίεργων προθέσεών τους, οι οποίες όσο περνάνε οι μέρες έρχονται στην επιφάνεια. Μια κίνηση που στρατηγικά επιλέχθηκε να στηριχθεί πάνω σε ψέματα, όσον αφορά τα κίνητρα των εκκενωτών, σε μια προσπάθεια να θεωρηθεί ως μία κίνηση με πολιτική διάσταση. Έτσι, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια πολύπλοκη συνθήκη, η οποία συντηρείται εδώ και καιρό στην περιοχή των Εξαρχείων και την οποία επιλέξαμε να μην αφήσουμε στην αφάνεια.
 

Αυτά λοιπόν τα γεγονότα αποτελούν την τελευταία έκφραση ενός παγιωμένου και καλά οργανωμένου πλάνου διαχείρισης του μεταναστευτικού υποκειμένου και της διαμεσολάβησης της αλληλεγγύης από μια λογική που αποτελεί τον βραχίωνα της επίσημης και κρατικής «φιλάνθρωπης» διαχείρισής τους. Τόσο στη Νοταρά όσο και στην Κάνιγγος, σε διάστημα δύο ετών, έχουν επιβληθεί αποκλεισμοί και τραμπούκικες απειλές σε συντρόφους/ισσες, που αντιλαμβάνονται την αλληλεγγύη ανάμεσα στους καταπιεσμένους ως άμεσα συνδεδεμένη με την ισότιμη συμμετοχή των υποκειμένων, την ουσιαστική εφαρμογή των προταγμάτων της αυτοοργάνωσης,  την εναντίωση στις σχέσεις εξάρτησης που εγχειρήματα άμεσης αλληλεγγύης ενδέχεται να περικλείουν,  την επιδίωξη της απο κοινού πολιτικοποίησης (ντόπιων και μεταναστών) μέσα σε εγχειρήματα που αναδεικνύουν με τον πιο εμφατικό τρόπο τις δυσκολίες της επικοινωνίας, που μόνο μέσω της ζύμωσης μπορούν να ξεπεραστούν, ώστε να δομηθούν οι αγώνες μας.

Έτσι κι αλλιώς, η δική μας αντίληψη βασίζεται, στο ότι πολεμώντας στο σύνολό του το σύμπλεγμα των εξουσιών, το οποίο ευθύνεται για τη συνθήκη που βιώνουν οι μετανάστες/ριες, μπορούν να βρεθούν κοινοί τόποι. Οι τοίχοι που ορθώνονται ανάμεσα στους ντόπιους/ες και τους μετανάστες/ριες είναι στη βάση τους κοινωνικοί. Αυτούς τους τοίχους οφείλουμε να τους γκρεμίσουμε, καταρχάς μέσα μας, αλλά και σε όποιον έχουν φωλιάσει.

Για να υπάρχουν αυτοί που δηλώνουν, «δεν είμαι ρατσιστής, αλλά», πρέπει να υπάρχουν και οι «άλλοι», συνήθως οι μετανάστες/ριες, οι οποίοι πρέπει να είναι σεξιστές, κλέφτες, έμποροι ναρκωτικών, τζιχαντιστές. Η περίπτωση, αυτήν την περίοδο, που ενσάρκωνε όλες τις παραπάνω κατηγορίες, σύμφωνα πάντα με τα καθεστωτικά ΜΜΕ, ήταν η κατάληψη της Αραχώβης 44 (Single Men). Είναι γεγονός, ότι μέρος των κατηγοριών που καταλογίζονται στη συγκεκριμένη δομή συνέβαιναν και παρόμοιες συμπεριφορές θα μπορούσαν να εμφανίζονται σε οποιαδήποτε δομή ακραίας εξαθλίωσης και εκβιασμένης συμβίωσης  διαφορετικών υποκειμένων, χωρίς συλλογικές αναφορές. Όμως, το να θεωρούμε τους/τις μετανάστες/ριες ως ένα ενιαίο σύνολο, ακόμα και όταν αναφερόμαστε σε ένα συγκεκριμένο κτίριο, είναι από ανεδαφικό έως επικίνδυνο, καθώς εκείνοι/ες δεν έχουν μια ενιαία στάση και προσέγγιση πάνω στο πώς αντιλαμβάνονται τη συνθήκη της μετανάστευσης και της επιβίωσής τους. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν βρίσκονται σε ένα κτίριο, όπου η ύψωση μιας φωνής αντίδρασης απέναντι σε προβληματικές συμπεριφορές-στοιχεία έρχεται πιθανά σε σύγκρουση με την κάλυψη της ίδιας τους της στέγασης και γενικότερα με την επιβίωσή τους. Φυσικά και δε δύναται να τους μυθοποιούμε στο σύνολό τους ως το «επαναστατικό υποκείμενο», όμως δε μπορούμε και να τους θεωρούμε στο σύνολό τους, εθνικιστές, θρησκόληπτους ή σεξιστές*, αποδίδοντας συλλογικές ευθύνες για πολύ σοβαρές κατηγορίες και στοχοποιώντας έτσι και όσους δεν εμπλέκονται. Θέλουμε εδώ να υπογραμμίσουμε, ότι δε στεκόμαστε ενάντια στη βία, ως μέσο επίλυσης της κυρίαρχης σκατίλας που πολεμάμε, το σεξισμό, τη ματσίλα, την επιβολή, το ρατσισμό, (που πολλές φορές τα συναντάμε ακόμη και μέσα στους ίδιους μας τους κύκλους), πολλώ δε μάλλον σε περιπτώσεις δουλεμπορίου, ναρκωτικών, trafficking κλπ. Μόνο, που οι αναρχικοί/ες, τις πολιτικές αποφάσεις που εμπεριέχουν χρήση βίας, τις πραγματώνουμε οι ίδιοι/ες και δεν τις αναθέτουμε σε ειδικά σώματα. Πριν και πέρα από αυτό, η διάχυση της κουλτούρας και της πρακτικής της αυτοοργάνωσης και της δόμησης κοινοτήτων αγώνα, δε μπορεί να μη στηρίζεται σε μια ουσιαστική και χρόνια σχέση και στη διάθεση να δουλέψουμε πάνω στις αντιφάσεις, που προκύπτουν σε μια διαδικασία μετεξέλιξης της κοινωνίας.
* Ο σεξισμός είναι ένα ζήτημα για το όποιο αξίζει να γίνει ειδική μνεία, γιατί αποτελεί ένα σημείο εξαιρετικά λεπτό, το οποίο λόγω της φύσης του, συνήθως διαφαίνεται πιο σύντομα από άλλα ζητήματα (εθνικά ή θρησκευτικά λ.χ.). Λεπτό, διότι οφείλουμε να έχουμε υπόψη μας, ότι πλέον τα γυναικεία «δικαιώματα» αποτελούν ένα από τα κυρίαρχα επιχειρήματα στο ρατσιστικό λόγο. Σε αυτό το πλαίσιο είναι σημαντικό να μην αναπαράγεται μια διαφοροποίηση, κατά την οποία οι μετανάστες/ριες είναι σεξιστές και οι έλληνες δεν είναι. Ένας τέτοιος λόγος, όχι μόνο δίνει τροφή σε ρατσιστικές ιδεολογίες, αλλά κρύβει και την υπάρχουσα έμφυλη καταπίεση στην ελλάδα, η καταπολέμηση της οποίας αποτελεί, ούτως ή άλλως, βάση της δικής μας πολιτικής αντίληψης και δράσης. Στην προσέγγισή μας προτείνουμε να έχουμε υπόψη μας την πολυπλοκότητα των συνθηκών, στις οποίες αλληλοεμπλέκονται ταξικοί, έμφυλοι, ρατσιστικοί και άλλοι διαχωρισμοί.
Από τα πρώτα κύματα μεταναστευτικών ροών, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ στοιβάζει μαζικά μετανάστες/ριες στα camps και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αποκλείοντάς τους από τον αστικό ιστό, για να τους καθιστά διαχειρίσιμους. Με τα Εξάρχεια τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Από τη μία, πράγματι αποτέλεσαν μια βάση για να στηθούν εγχειρήματα αλληλεγγύης, από την άλλη όμως, το κράτος επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τη συνθήκη της συσσώρευσης των μεταναστών/ριών στη γειτονιά για να τους διαχειρίζεται, ώστε παράλληλα να μπορεί και να επηρεάζει τις συνθήκες που διαμορφώνουν μια εικόνα «υποβαθμισμένης και επικίνδυνης περιοχής». Ωστόσο, η αριστερή διαχείριση των μεταναστών/ριών στην περιοχή έχει και ένα πιο ανεπίσημο κομμάτι. Καταλήψεις στέγης που ξεκίνησαν να δημιουργούνται απο αλληλέγγυους, μεταλλάχθηκαν, από δομές στέγασης σε δομές διαχείρισης του μεταναστευτικού υποκειμένου, με περιπτώσεις κρατικής εμπλοκής! Η Αντιεξουσιαστική Κίνηση Αθήνας, μαζί με άλλες «ηγετικές φυσιογνωμίες», μετατρέπουν συστηματικά τις καταλήψεις μεταναστών/ριών σε φιλανθρωπικές δομές ξενοδοχειακού μοντέλου, ανοίγοντας διαύλους με κράτος και ΜΚΟ και εμποδίζουν κάθε προσπάθεια πολιτικής συνδιαμόρφωσης ντόπιων με το μεταναστευτικό υποκείμενο, στερώντας έτσι από την έννοια της αλληλεγγύης το πολιτικό νόημα που της αρμόζει. Παράλληλα, με τις σχέσεις εξάρτησης που καλλιεργούνται, δε δίνεται κανένα περιθώριο στους κατοίκους των δομών για αυτο-οργάνωση και αυτοδιαχείρηση της ζωής τους.
Για την εξασφάλιση των παραπάνω δημιουργήθηκε μέσα από το συντονιστικό των καταλήψεων στέγης μεταναστών/ριών και μάλιστα στο «όνομα» της περιφρούρησής τους το σώμα της security team, που αυτοπροσδιορίζεται ως εκκαθαριστής των καταλήψεων και των Εξαρχείων γενικότερα. Μία ομάδα μπράβων, η οποία αποτελείται και στηρίζεται από ανθρώπους, που ουδεμία εμπλοκή έχουν με κινηματικές διαδικασίες και ούτε και θα έπρεπε και που δε διστάζουν να απειλούν και να επιτίθενται σε συντρόφους και κινηματικές δομές, νομίζοντας ότι θα απολαμβάνουν για πάντα ασυλία κάτω από μια μαυροκόκκινη σημαία.
Τα Εξάρχεια φυσικά και δεν αποτελούν ένα παράδειγμα στο τώρα για την κοινωνία που οραματιζόμαστε, παρά τη δραστηριοποίηση πολύ κόσμου από τον α/α/α χώρο. Τη φαινομενική απουσία μπάτσων σε αυτή τη γειτονιά, έρχονται να εκμεταλλευτούν μαφίες κάθε είδους, (ναρκωτικά, μπραβιλίκια, ξέπλυμα χρήματος), που έχουν εδραιωθεί, κεφαλαιοποιώντας τον εναλλακτισμό, με κάποιες από αυτές να είναι και αλληλένδετες με μαγαζιά εστίασης. Όλες οι παραπάνω «επιχειρηματικές δραστηριότητες» έχουν και το αντίστοιχο καταναλωτικό κοινό τους. Παρά την απουσία μεγάλων επιχειρηματικών κολοσσών, υπάρχει μια πληθώρα μικρών αφεντικών που εφαρμόζει όλες τις πτυχές της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Χρησιμοποιούν μπράβους για να υπερασπιστούν τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα και εκμεταλλεύονται εργαζόμενους/ες με απλήρωτα μεροκάματα και μαύρη εργασία.
Η κατάσταση αυτή δε θα μπορούσε να μην αγγίζει τα κομμάτια των μεταναστών/ριών που μένουν στα Εξάρχεια. Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, η αδιέξοδη κατάσταση στην οποία έχουν εγκλωβιστεί και ο αποκλεισμός τους από όλους τους τομείς της καθημερινότητας, βοηθάνε στην ανάπτυξη συνθηκών γκετοποίησης και στρέφουν κομμάτι αυτού του πληθυσμού στη μικροεγκληματικότητα. Όλα αυτά πρέπει να τα αναγνώσκουμε υπό το πρίσμα ότι δε μιλάμε από την ίδια θέση, λόγω των διαφορών μας σε επίπεδο συνθηκών ζωής, από το βασικότατο ζήτημα των χαρτιών ή τις συνθήκες διαβίωσης, έως τα διαφορετικά βιώματα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό να το θυμόμαστε κάθε φορά που θεωρούμε, ότι επιλύθηκαν ζητήματα των βασικών αναγκών τους, όπως η στέγη, το φαγητό και η εργασία, με την εύρεση κάποιου διαμερίσματος, τη στοίβαξη στις καταλήψεις και την εύρεση μιας αναξιοπρεπούς εργασίας με μεροκάματα πείνας. Οι σχέσεις εξουσίας, που δημιουργούνται στο πλαίσιο της αντιμεταναστευτικής πολιτικής και της καταστολής είναι πολύπλοκες και πολύ συχνά, πίσω από ένα απλό πιάτο φαγητό και ένα μεροκάματο, μπορεί να κρύβονται ανταλλάγματα και σκοπιμότητες, (από τα camps φιλοξενίας και τα κέντρα κράτησης, τα δωρεάν διαμερίσματα, τα 200 ευρώ το μήνα της ‘Υπατης και τα Εξάρχεια, μέχρι την πορνεία και τις μαφίες). Προφανώς όλα αυτά δεν είναι εκείνα για τα οποία επέλεξαν να φύγουν από τον τόπο τους.
Οι μετανάστες/ριες ενδεχομένως να μη γνωρίζουν τους αγώνες ενάντια στις μαφίες, την αντιπαράθεση με τον κρατικό μηχανισμό και την προάσπιση της γειτονιάς των Εξαρχείων από συμπεριφορές-κινήσεις που τροφοδοτούν την επέλαση των παραπάνω. Δικαιολογημένα δεν αντιλαμβάνονται τη γειτονιά ως χώρο αντίστασης και αλληλεγγύης και δε γνωρίζουν τις αξίες που πρεσβεύουμε, καθώς υπάρχει απουσία αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας μαζί τους.
Είναι λοιπόν πιο επιτακτικό από ποτέ, να καλλιεργηθεί η επαφή και να δημιουργηθούν οι σχέσεις που θα δώσουν πραγματικά το χώρο και το χρόνο να προκύψουν κοινοί αγώνες ντόπιων και μεταναστών/ριών. Να εντοπίσουμε τις πτυχές της εκμετάλλευσης, που διαμεσολαβούν στην καθημερινότητά μας και να εναντιωθούμε από κοινού στους εκφραστές της, αναδεικνύοντας έναν άλλον τρόπο αυτοοργάνωσης από αυτόν που έχουν δει μέχρι σήμερα, έξω από την εκμετάλλευση, τους εκβιασμούς και το πατρονάρισμα.

α μη δώσουμε χώρο να υπάρχουν τέτοια μορφώματα, που εκμεταλλεύονται τους κύκλους μας, για να δρουν κατασταλτικά στις γειτονιές μας, για τις δικές του επιδιώξεις. Τέτοιες δράσεις δε θα μένουν αναπάντητες.

ΝΑ ΕΠΙΔΙΩΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΠΑΦΗ
ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΤΡΕΨΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΘΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΤΕΡΑΤΟΣ
ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΟΣ ΤΡΟΠΟΣ
 ΚΟΙΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΝΤΟΠΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ
 
 
Συνέλευση για τη διάχυση των μεταναστευτικών αγώνων